Τα πρώτα φρέσκα ελληνικά κρασιά του φετινού τρύγου βγήκαν ήδη στην αγορά, την περασμένη Πέμπτη, καθώς οι έλληνες παραγωγοί ακολουθούν τα τελευταία χρόνια τη γαλλική παράδοση που θέλει το Βeaujolais Νouveau να κυκλοφορεί την τρίτη Πέμπτη κάθε Νοεμβρίου. Για τα υπόλοιπα εμφιαλωμένα της φετινής σοδειάς θα πρέπει να
περιμένουμε έναν με δύο μήνες για τα λευκά και παραπάνω από χρόνο για τα κόκκινα. Οσο για την ποιότητα, οισχετικοί με το κρασί δηλώνουν ευχαριστημένοι: οι συνθήκες ήταν καλές και όλες οι περιοχές της χώρας αναμένεται να δώσουν καλό κρασί. Μόνο που η παραγωγή, για ακόμη μία χρονιά, είναι μειωμένη...
Η γεύση του φετινού κρασιού θα είναι μάλλον «γλυκόπικρη». Ο πρόσφατος ελληνικός τρύγος, αν και ποιοτικός στα χαρακτηριστικά του, είναι μικρότερος συγκριτικά με τις προηγούμενες χρονιές. Για την ακρίβεια, είναι ο δεύτερος χειρότερος ποσοτικά- μαζί με αυτόν του 2002-κατά την τελευταία δεκαπενταετία. Στην τρέχουσα περίοδο, μάλιστα, «χτυπήθηκε» κατά περιοχές και από τις προσφερόμενες χαμηλές τιμές για τα σταφύλια που παρήχθησαν στα περίπου 700.000 στρέμματα αμπελώνων της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο στην Ηλεία, με τιμές από 0,10- 0,11 ευρώ ανά κιλό, τα μισά αμπέλια δεν τρυγήθηκαν, αλλά σχεδόν εγκαταλείφθηκαν από τους αμπελουργούς, οι οποίοι έφτασαν στο σημείο να καλούν τα οινοποιεία να μαζέψουν δωρεάν τα τσαμπιά για να μη μείνουν πάνω στα αμπέλια.
Πτώση 20%. Και οι υπόλοιποι «συνήθεις ύποπτοι» παράγοντες έπαιξαν καθοριστικά, αρνητικά, τον ρόλο τους. «Τώρα που ο τρυγητός έχει ολοκληρωθεί, τα πρώτα στοιχεία δείχνουν έναν μικρότερο όγκο παραγωγής, εξαιτίας είτε ασθενειών των φυτών (όπως ο περονόσπορος και το ωίδιο), είτε των κλιματολογικών συνθηκών που επικράτησαν ανά την Ελλάδα. Συγκεκριμένα, για την περίοδο 2010- 2011 υπολογίζουμε πως θα φτάσουμε στους 310.000 τόνους εγχώριου οίνου, τη στιγμή που πρόπερσι είχαμε μιαν ικανοποιητική απόδοση 387.300 τόνων. Καταγράφεται, δηλαδή, μια ποσοτική πτώση κατά 20% την τελευταία διετία», λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Παρασκευάς Κορδοπάτης, διευθυντής της Κεντρικής Συνεταιριστικής Ενωσης Αμπελοοινικών Προϊόντων (ΚΕΟΣΟΕ, http://www. keosoe.gr), που αριθμεί πανελλαδικά 35 οινοπαραγωγικούς συνεταιρισμούς ως μέλη της.
Πρόβλημα ποιότητα δεν τίθεται, σπεύδει να ξεκαθαρίσει. Τα όποια ζητήματα προέκυψαν, ήδη ξεπεράστηκαν. «Σε γενικές γραμμές, στο μεγαλύτερο μέρος της Επικράτειας, ο Μάιος και ο Ιούνιος ήταν βροχεροί και ο Ιούλιος ζεστός, άρα καλός για το δέσιμο των σταφυλιών. Αντιθέτως, ο Αύγουστος είχε παρατεταμένο καύσωνα, που τα αφυδάτωσε, προκάλεσε την πρώιμη ωρίμασή τους, ενώ παράλληλα συνέβαλε και στη δημιουργία υψηλών αλκοολικών βαθμών. Ευτυχώς, η ιδιαιτερότητα αυτή, η οξύτητα των κρασιών, που δυσκολεύει τους οινολόγους, αντιμετωπίστηκε επιτυχώς με τις κατάλληλες παρεμβάσεις τους. Μπορούμε λοιπόν να πούμε πλέον ότι σε βασικές αμπελουργικές περιοχές, όπως Αχαΐα, Νάουσα, Νεμέα, Ιόνιο, Αιγαίο και Κρήτη, για μια ακόμα χρονιά περιμένουμε ποιοτική παραγωγή. Μπορεί οι αμπελώνες να είχαν μειωμένες αποδόσεις, ωστόσο και ο κανόνας λέει πως όταν το φυτό δεν είναι φορτωμένο με πολλά σταφύλια, βγάζει πάντα και πιο ποιοτικό κρασί», σημειώνει.
«Καλή σεζόν». Σε αυτό συμφωνεί και η χημικός- οινολόγος κ. Μαρία Τζίτζη, συγγραφέας βιβλίων για το κρασί, αλλά και διδάσκουσα σε θέματα οίνου σε ιδιωτική Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων. «Τα πρώτα μηνύματα μας επιτρέπουν να προσδοκούμε μια καλή στο σύνολό της οινοπαραγωγική σεζόν», λέει. «Πιο αναλυτικά, στη Βόρεια Ελλάδα (Δράμα, Επανομή, Νάουσα, Αμύνταιο, Χαλκιδική), σύμφωνα με τους παραγωγούς, η ποιότητα των κρασιών εκτιμάται ως εξαιρετική, με έντονους αρωματικούς χαρακτήρες στα λευκά και καλή φαινολική ωριμότητα (σωστή ποσότητα και ποιότητα σε χρωστικές, δηλαδή χρώμα, και τανίνες, δηλαδή γεύση) στα ερυθρά. Στην Πελοπόννησο, η ιδιαίτερα μειωμένη παραγωγή αναμένεται καλή, με τη Νεμέα να κερδίζει το χαμένο έδαφος της περσινής, αρκετά προβληματικής λόγω παρατεταμένων βροχοπτώσεων, χρονιάς. Με ενδιαφέρον περιμένουμε, επίσης, τη Σαντορίνη που τρύγησε πολύ πιο νωρίς φέτος. Εκεί περιμένουμε μια καλή ποσοτικά παραγωγή, παρά τα προβλήματα που παρουσίασαν τα σταφύλια, κυρίως το Αθήρι, από ασθένειες εξαιτίας της υγρασίας», επισημαίνει.
Καθώς η χρονιά αυτή είχε εξαιρετικά ομοιόμορφες και καλές κλιματολογικές συνθήκες σε όλη τη χώρα, σημαντικές ποιοτικές διαφορές δεν παρατηρούνται, λέει με τη σειρά του ο κ. Αγγελος Ρούβαλης, οινολόγοςοινοποιός στις πλαγιές της Αιγιαλείας, ιδρυτής της εταιρείας Οινοφόρος (http://www. oenoforos.gr) και πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου (http://www. greekwinefederation. gr). «Παντού, τα ερυθρά κρασιά έχουν υψηλό φαινολικό δυναμικό και ωριμότητα, ενώ τα λευκά άρωμα και καλή δομή, με μάλλον χαμηλότερες οξύτητες. Ο ήπιος χειμώνας οδήγησε στην πρωιμότητα, οι ανοιξιάτικες βροχές προσέφεραν πλούσιο φυλλικό τοίχωμα που θρέφει καλά το αμπέλι, ενώ το ζεστό καλοκαίρι μια πολύ καλή ωρίμαση. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι χάνονται οι ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής ή του κάθε οινοποιού. Απεναντίας, σε τέτοιες ομαλές συνθήκες, τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά στοιχεία του μικροκλίματος και της ποικιλίας θα εκφραστούν καθαρότερα στο αντίστοιχο κρασί», τονίζει.
«Εις υγείαν» και με ελληνικά Νouveau!«Le Βeaujolais Νouveau est arrive» και μαζί του έφτασαν στα ράφια και τα ελληνικά Νouveau κρασιά. Τα φρέσκα, δηλαδή, ερυθρά κρασιά του φετινού τρύγου, προϊόντα διαφορετικής μεθόδου οινοποίησης, της λεγόμενης αναερόβιας ενδοκυτταρικής ζύμωσης (δηλαδή χωρίς οξυγόνο αλλά με διοξείδιο του άνθρακα). Τα κρασιά που παράγονται με αυτή την τεχνική είναι έτοιμα περίπου ενάμιση μήνα μετά το τέλος της αλκοολικής ζύμωσής τους, αλλά πίνονται υποχρεωτικά φρέσκα- το πολύ ενάμιση- δύο μήνες από την παραγωγή τουςκαι σερβίρονται δροσερά σε θερμοκρασίες 12-14 C. Και φέτος, σταφύλια διαφόρων γηγενών ποικιλιών υπόσχονται, σύμφωνα με τους έλληνες οινοπαραγωγούς, έντονο κόκκινο χρώμα, πλούσια γεύση και φρουτώδη αρώματα, από φράουλα, βατόμουρο, σύκο, κεράσι και ώριμη μπανάνα. Τα Νouveau αυτά, που ήδη διατίθενται σε επιλεγμένες κάβες και εστιατόρια, θεωρούνται εξαιρετικά απεριτίφ και γαστρονομικά συνοδεύουν ιδανικά ποικιλίες αλλαντικών και τυριών, πίτσες, ζυμαρικά με ελαφρές κόκκινες σάλτσες αλλά και πικάντικα πιάτα.
Τα λευκά στα ράφια, τα κόκκινα στα βαρέλιαΘέμα μηνών είναι να τεθούν στη διάθεση των καταναλωτών τα πρώτα εμφιαλωμένα κρασιά της τρέχουσας παραγωγής. «Από τα Χριστούγεννα έως και το Πάσχα θα βγουν στο εμπόριο και στα ράφια τα λευκά κρασιά εσοδείας 2010. Στα κόκκινα ωστόσο, η κλιμακούμενη ανάγκη ωρίμασής τους και παλαίωσής τους σε βαρέλια, αλλάζει τα δεδομένα. Μπορεί, δηλαδή, να δοκιμάσει κανείς φέτος φρέσκα εσοδείας 2009 ή ακόμα και 2010 (π.χ. Αγιωργίτικο) ή εξαιρετικά παλαιωμένα του 2004-2007 (π.χ. Ξινόμαυρο Cabernet)», εξηγεί ο οινολόγος- οινοποιός κ. Αγγελος Ρούβαλης («Οινοφόρος»).
«Οι διεθνείς ποικιλίες τρυγήθηκαν πολύ νωρίς φέτος και σ΄ όλη την Ελλάδα ήταν πολύ καλής ποιότητας, γι΄ αυτό κι αναμένουμε κι ανάλογα κρασιά μέσα στον Δεκέμβριο. Τα υπόλοιπα λευκά, από γηγενείς ποικιλίες, θα τα βρούμε στην αγορά λίγο αργότερα. Περιμένοντας βέβαια τη σοδειά του 2010, φυσικά και θα πίνουμε και λευκά του 2009, που θα έχουν κρατήσει τη φρεσκάδα τους. Θα πιούμε και κρασιά περασμένα από βαρέλι, ακόμα και πιο παλιάς χρονιάς που θα έχουν ωριμάσει καλά, ώστε να μας γοητεύσουν...», λέει η χημικός- οινολόγος κ. Μαρία Τζίτζη. «Οσο για τα κόκκινα, επειδή πάντα μιλάμε για μερικές χρονιές πίσω, το ενδιαφέρον μας εστιάζεται κυρίως στις πιο νέες κυκλοφορίες των παραγωγών. Πραγματικά όμως δεν πιστεύω πως χρειάζεται να αγωνιούμε για το ποιας περιόδου το κρασί πρέπει να περιμένουμε: από τη στιγμή που η Ελλάδα είναι μια χώρα γενικά ευνοημένη από το κλίμα της στην αμπελοκαλλιέργεια, η μια χρονιά με την άλλη δεν έχουν και τεράστιες ποιοτικές αποστάσεις...».
Η κρίση δεν ακουμπά τα κρασιά με «ονοματεπώνυμο»
«Τόσο στην Πελοπόννησο (Νεμέα, Μαντίνεια, Αχαΐα) όσο και στη Μακεδονία(Νάουσα, Αμύνταιο, Δράμα κ.α.), αλλά και στην Κρήτη και τις άλλες ελληνικές αμπελοοινικές περιοχές, το αναμενόμενο αποτέλεσμα είναι κρασιά από πολύ καλής έως εξαιρετικής ποιότητας», λέει ο πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Αμπέλου και Οίνου (ΕΔΟΑΟ) Μιχάλης Βουμβουλάκης. «Με αυτή την ποιοτική αναβάθμιση του ελληνικού κρασιού τα τελευταία χρόνια, η διαφορά πλέον στην εσωτερική αγορά είναι ότι γίνονται της μόδας τα επώνυμα κρασιά. Δηλαδή, τα κρασιά που ο καταναλωτής γνωρίζει την προέλευσή τους, που έχουν την ταυτότητα του οινοποιού. Ο Ελληνας έχει αντιληφθεί πια ότι μπορεί να έχει περισσότερη εμπιστοσύνη σε ένα κρασί στο οποίο ο παραγωγός βάζει τη σφραγίδα του και φέρει την ευθύνη για την ποιότητά του. Γι΄ αυτό και, παρά την οικονομική κρίση, καταγράφεται αυξανόμενη η προτίμηση των καταναλωτών στο επώνυμο κρασί, είτε είναι εμφιαλωμένο είτε χύμα...».
περιμένουμε έναν με δύο μήνες για τα λευκά και παραπάνω από χρόνο για τα κόκκινα. Οσο για την ποιότητα, οισχετικοί με το κρασί δηλώνουν ευχαριστημένοι: οι συνθήκες ήταν καλές και όλες οι περιοχές της χώρας αναμένεται να δώσουν καλό κρασί. Μόνο που η παραγωγή, για ακόμη μία χρονιά, είναι μειωμένη...
Η γεύση του φετινού κρασιού θα είναι μάλλον «γλυκόπικρη». Ο πρόσφατος ελληνικός τρύγος, αν και ποιοτικός στα χαρακτηριστικά του, είναι μικρότερος συγκριτικά με τις προηγούμενες χρονιές. Για την ακρίβεια, είναι ο δεύτερος χειρότερος ποσοτικά- μαζί με αυτόν του 2002-κατά την τελευταία δεκαπενταετία. Στην τρέχουσα περίοδο, μάλιστα, «χτυπήθηκε» κατά περιοχές και από τις προσφερόμενες χαμηλές τιμές για τα σταφύλια που παρήχθησαν στα περίπου 700.000 στρέμματα αμπελώνων της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο στην Ηλεία, με τιμές από 0,10- 0,11 ευρώ ανά κιλό, τα μισά αμπέλια δεν τρυγήθηκαν, αλλά σχεδόν εγκαταλείφθηκαν από τους αμπελουργούς, οι οποίοι έφτασαν στο σημείο να καλούν τα οινοποιεία να μαζέψουν δωρεάν τα τσαμπιά για να μη μείνουν πάνω στα αμπέλια.
Πτώση 20%. Και οι υπόλοιποι «συνήθεις ύποπτοι» παράγοντες έπαιξαν καθοριστικά, αρνητικά, τον ρόλο τους. «Τώρα που ο τρυγητός έχει ολοκληρωθεί, τα πρώτα στοιχεία δείχνουν έναν μικρότερο όγκο παραγωγής, εξαιτίας είτε ασθενειών των φυτών (όπως ο περονόσπορος και το ωίδιο), είτε των κλιματολογικών συνθηκών που επικράτησαν ανά την Ελλάδα. Συγκεκριμένα, για την περίοδο 2010- 2011 υπολογίζουμε πως θα φτάσουμε στους 310.000 τόνους εγχώριου οίνου, τη στιγμή που πρόπερσι είχαμε μιαν ικανοποιητική απόδοση 387.300 τόνων. Καταγράφεται, δηλαδή, μια ποσοτική πτώση κατά 20% την τελευταία διετία», λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Παρασκευάς Κορδοπάτης, διευθυντής της Κεντρικής Συνεταιριστικής Ενωσης Αμπελοοινικών Προϊόντων (ΚΕΟΣΟΕ, http://www. keosoe.gr), που αριθμεί πανελλαδικά 35 οινοπαραγωγικούς συνεταιρισμούς ως μέλη της.
Πρόβλημα ποιότητα δεν τίθεται, σπεύδει να ξεκαθαρίσει. Τα όποια ζητήματα προέκυψαν, ήδη ξεπεράστηκαν. «Σε γενικές γραμμές, στο μεγαλύτερο μέρος της Επικράτειας, ο Μάιος και ο Ιούνιος ήταν βροχεροί και ο Ιούλιος ζεστός, άρα καλός για το δέσιμο των σταφυλιών. Αντιθέτως, ο Αύγουστος είχε παρατεταμένο καύσωνα, που τα αφυδάτωσε, προκάλεσε την πρώιμη ωρίμασή τους, ενώ παράλληλα συνέβαλε και στη δημιουργία υψηλών αλκοολικών βαθμών. Ευτυχώς, η ιδιαιτερότητα αυτή, η οξύτητα των κρασιών, που δυσκολεύει τους οινολόγους, αντιμετωπίστηκε επιτυχώς με τις κατάλληλες παρεμβάσεις τους. Μπορούμε λοιπόν να πούμε πλέον ότι σε βασικές αμπελουργικές περιοχές, όπως Αχαΐα, Νάουσα, Νεμέα, Ιόνιο, Αιγαίο και Κρήτη, για μια ακόμα χρονιά περιμένουμε ποιοτική παραγωγή. Μπορεί οι αμπελώνες να είχαν μειωμένες αποδόσεις, ωστόσο και ο κανόνας λέει πως όταν το φυτό δεν είναι φορτωμένο με πολλά σταφύλια, βγάζει πάντα και πιο ποιοτικό κρασί», σημειώνει.
«Καλή σεζόν». Σε αυτό συμφωνεί και η χημικός- οινολόγος κ. Μαρία Τζίτζη, συγγραφέας βιβλίων για το κρασί, αλλά και διδάσκουσα σε θέματα οίνου σε ιδιωτική Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων. «Τα πρώτα μηνύματα μας επιτρέπουν να προσδοκούμε μια καλή στο σύνολό της οινοπαραγωγική σεζόν», λέει. «Πιο αναλυτικά, στη Βόρεια Ελλάδα (Δράμα, Επανομή, Νάουσα, Αμύνταιο, Χαλκιδική), σύμφωνα με τους παραγωγούς, η ποιότητα των κρασιών εκτιμάται ως εξαιρετική, με έντονους αρωματικούς χαρακτήρες στα λευκά και καλή φαινολική ωριμότητα (σωστή ποσότητα και ποιότητα σε χρωστικές, δηλαδή χρώμα, και τανίνες, δηλαδή γεύση) στα ερυθρά. Στην Πελοπόννησο, η ιδιαίτερα μειωμένη παραγωγή αναμένεται καλή, με τη Νεμέα να κερδίζει το χαμένο έδαφος της περσινής, αρκετά προβληματικής λόγω παρατεταμένων βροχοπτώσεων, χρονιάς. Με ενδιαφέρον περιμένουμε, επίσης, τη Σαντορίνη που τρύγησε πολύ πιο νωρίς φέτος. Εκεί περιμένουμε μια καλή ποσοτικά παραγωγή, παρά τα προβλήματα που παρουσίασαν τα σταφύλια, κυρίως το Αθήρι, από ασθένειες εξαιτίας της υγρασίας», επισημαίνει.
Καθώς η χρονιά αυτή είχε εξαιρετικά ομοιόμορφες και καλές κλιματολογικές συνθήκες σε όλη τη χώρα, σημαντικές ποιοτικές διαφορές δεν παρατηρούνται, λέει με τη σειρά του ο κ. Αγγελος Ρούβαλης, οινολόγοςοινοποιός στις πλαγιές της Αιγιαλείας, ιδρυτής της εταιρείας Οινοφόρος (http://www. oenoforos.gr) και πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου (http://www. greekwinefederation. gr). «Παντού, τα ερυθρά κρασιά έχουν υψηλό φαινολικό δυναμικό και ωριμότητα, ενώ τα λευκά άρωμα και καλή δομή, με μάλλον χαμηλότερες οξύτητες. Ο ήπιος χειμώνας οδήγησε στην πρωιμότητα, οι ανοιξιάτικες βροχές προσέφεραν πλούσιο φυλλικό τοίχωμα που θρέφει καλά το αμπέλι, ενώ το ζεστό καλοκαίρι μια πολύ καλή ωρίμαση. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι χάνονται οι ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής ή του κάθε οινοποιού. Απεναντίας, σε τέτοιες ομαλές συνθήκες, τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά στοιχεία του μικροκλίματος και της ποικιλίας θα εκφραστούν καθαρότερα στο αντίστοιχο κρασί», τονίζει.
«Εις υγείαν» και με ελληνικά Νouveau!«Le Βeaujolais Νouveau est arrive» και μαζί του έφτασαν στα ράφια και τα ελληνικά Νouveau κρασιά. Τα φρέσκα, δηλαδή, ερυθρά κρασιά του φετινού τρύγου, προϊόντα διαφορετικής μεθόδου οινοποίησης, της λεγόμενης αναερόβιας ενδοκυτταρικής ζύμωσης (δηλαδή χωρίς οξυγόνο αλλά με διοξείδιο του άνθρακα). Τα κρασιά που παράγονται με αυτή την τεχνική είναι έτοιμα περίπου ενάμιση μήνα μετά το τέλος της αλκοολικής ζύμωσής τους, αλλά πίνονται υποχρεωτικά φρέσκα- το πολύ ενάμιση- δύο μήνες από την παραγωγή τουςκαι σερβίρονται δροσερά σε θερμοκρασίες 12-14 C. Και φέτος, σταφύλια διαφόρων γηγενών ποικιλιών υπόσχονται, σύμφωνα με τους έλληνες οινοπαραγωγούς, έντονο κόκκινο χρώμα, πλούσια γεύση και φρουτώδη αρώματα, από φράουλα, βατόμουρο, σύκο, κεράσι και ώριμη μπανάνα. Τα Νouveau αυτά, που ήδη διατίθενται σε επιλεγμένες κάβες και εστιατόρια, θεωρούνται εξαιρετικά απεριτίφ και γαστρονομικά συνοδεύουν ιδανικά ποικιλίες αλλαντικών και τυριών, πίτσες, ζυμαρικά με ελαφρές κόκκινες σάλτσες αλλά και πικάντικα πιάτα.
Τα λευκά στα ράφια, τα κόκκινα στα βαρέλιαΘέμα μηνών είναι να τεθούν στη διάθεση των καταναλωτών τα πρώτα εμφιαλωμένα κρασιά της τρέχουσας παραγωγής. «Από τα Χριστούγεννα έως και το Πάσχα θα βγουν στο εμπόριο και στα ράφια τα λευκά κρασιά εσοδείας 2010. Στα κόκκινα ωστόσο, η κλιμακούμενη ανάγκη ωρίμασής τους και παλαίωσής τους σε βαρέλια, αλλάζει τα δεδομένα. Μπορεί, δηλαδή, να δοκιμάσει κανείς φέτος φρέσκα εσοδείας 2009 ή ακόμα και 2010 (π.χ. Αγιωργίτικο) ή εξαιρετικά παλαιωμένα του 2004-2007 (π.χ. Ξινόμαυρο Cabernet)», εξηγεί ο οινολόγος- οινοποιός κ. Αγγελος Ρούβαλης («Οινοφόρος»).
«Οι διεθνείς ποικιλίες τρυγήθηκαν πολύ νωρίς φέτος και σ΄ όλη την Ελλάδα ήταν πολύ καλής ποιότητας, γι΄ αυτό κι αναμένουμε κι ανάλογα κρασιά μέσα στον Δεκέμβριο. Τα υπόλοιπα λευκά, από γηγενείς ποικιλίες, θα τα βρούμε στην αγορά λίγο αργότερα. Περιμένοντας βέβαια τη σοδειά του 2010, φυσικά και θα πίνουμε και λευκά του 2009, που θα έχουν κρατήσει τη φρεσκάδα τους. Θα πιούμε και κρασιά περασμένα από βαρέλι, ακόμα και πιο παλιάς χρονιάς που θα έχουν ωριμάσει καλά, ώστε να μας γοητεύσουν...», λέει η χημικός- οινολόγος κ. Μαρία Τζίτζη. «Οσο για τα κόκκινα, επειδή πάντα μιλάμε για μερικές χρονιές πίσω, το ενδιαφέρον μας εστιάζεται κυρίως στις πιο νέες κυκλοφορίες των παραγωγών. Πραγματικά όμως δεν πιστεύω πως χρειάζεται να αγωνιούμε για το ποιας περιόδου το κρασί πρέπει να περιμένουμε: από τη στιγμή που η Ελλάδα είναι μια χώρα γενικά ευνοημένη από το κλίμα της στην αμπελοκαλλιέργεια, η μια χρονιά με την άλλη δεν έχουν και τεράστιες ποιοτικές αποστάσεις...».
Η κρίση δεν ακουμπά τα κρασιά με «ονοματεπώνυμο»
«Τόσο στην Πελοπόννησο (Νεμέα, Μαντίνεια, Αχαΐα) όσο και στη Μακεδονία(Νάουσα, Αμύνταιο, Δράμα κ.α.), αλλά και στην Κρήτη και τις άλλες ελληνικές αμπελοοινικές περιοχές, το αναμενόμενο αποτέλεσμα είναι κρασιά από πολύ καλής έως εξαιρετικής ποιότητας», λέει ο πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Αμπέλου και Οίνου (ΕΔΟΑΟ) Μιχάλης Βουμβουλάκης. «Με αυτή την ποιοτική αναβάθμιση του ελληνικού κρασιού τα τελευταία χρόνια, η διαφορά πλέον στην εσωτερική αγορά είναι ότι γίνονται της μόδας τα επώνυμα κρασιά. Δηλαδή, τα κρασιά που ο καταναλωτής γνωρίζει την προέλευσή τους, που έχουν την ταυτότητα του οινοποιού. Ο Ελληνας έχει αντιληφθεί πια ότι μπορεί να έχει περισσότερη εμπιστοσύνη σε ένα κρασί στο οποίο ο παραγωγός βάζει τη σφραγίδα του και φέρει την ευθύνη για την ποιότητά του. Γι΄ αυτό και, παρά την οικονομική κρίση, καταγράφεται αυξανόμενη η προτίμηση των καταναλωτών στο επώνυμο κρασί, είτε είναι εμφιαλωμένο είτε χύμα...».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου